- γκουβερνάντα
- και κουβερνάντα, ηιδιωτική παιδαγωγός που αναλαμβάνει την ανατροφή μικρών παιδιών.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. gouvernante, θηλ. τού gouvernant < gouverner < λατ. guvernare «κυβερνώ, διοικώ»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
γκουβερνάντα — η (λ. γαλλ.), γυναίκα που προσλαμβάνεται για την ανατροφή των παιδιών, η νταντά, η τροφός: Μιλώ άπταιστα γαλλικά γιατί είχα Γαλλίδα γκουβερνάντα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κουβερνάντα — η βλ. γκουβερνάντα … Dictionary of Greek
νηπιαγωγός — ο, η 1. ειδικός παιδαγωγός ο οποίος ασχολείται με την αγωγή παιδιών προσχολικής ηλικίας 2. το θηλ. γυναίκα που επιβλέπει τα παιδιά προσχολικής ηλικίας στο σπίτι, γκουβερνάντα, νταντά. [ΕΤΥΜΟΛ. < νήπιο + αγωγός. Η λ. μαρτυρείται από το 1880… … Dictionary of Greek
νταντά — (I) και ντα άκλ. (παιδική λ.) φρ. «θα σε κάνω νταντά» ή «θά σέ κάνω ντα» θα σέ δείρω. [ΕΤΥΜΟΛ. Ηχομιμητική λ.]. (II) η γυναίκα η οποία έχει αναλάβει τη φροντίδα και περιποίηση βρέφους ή μικρού παιδιού με μισθό, τροφός, παραμάνα, γκουβερνάντα.… … Dictionary of Greek
παιδική λογοτεχνία — Aκόμα και ο ορισμός υπήρξε, στις αρχές του 20ού αι., το κέντρο οξύτατης πολεμικής. Θεωρητικά, δεν μπορεί να διακρίνει κάποιος με ακρίβεια την παιδική λογοτεχνία από τη λογοτεχνία για ενηλίκους, αν και υπάρχουν βέβαια ορισμένα βιβλία που… … Dictionary of Greek
Σέρινταν, Ρίτσαρντ Μπρίνσλεϋ Μπάτλερ — (Sheridan). Άγγλος θεατρικός συγγραφέας και πολιτικός (Δουβλίνο 1751 Λονδίνο 1816). Τα έργα του έχουν ρωμαλέα θεατρική συγκρότηση, συναρπαστικό διάλογο και γοργό ρυθμό και πλοκή. Τα πρόσωπα διαγράφονται τέλεια κι αν δεν έχουν όλα τα έργα του Σ.… … Dictionary of Greek
κουβερνάντα — κουβερνάντα, η και γκουβερνάντα, η η νταντά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)